Φερσέφασσα: Difference between revisions

From LSJ

Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt

Menander, Monostichoi, 445
(44)
(6)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=και Φερσέφαττα και [[Φερσεφόνη]] και Φερσεφονείη και Φερσεφάασσα και αττ. τ. Φερρέφαττα, ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[Περσεφόνη]].
|mltxt=και Φερσέφαττα και [[Φερσεφόνη]] και Φερσεφονείη και Φερσεφάασσα και αττ. τ. Φερρέφαττα, ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[Περσεφόνη]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Φερσέφασσα:''' ἡ, = [[Περσέφασσα]], [[Περσεφόνη]], σε Σοφ., Ευρ.· [[Φερρέφαττα]], σε Αριστοφ.· και σε Πλάτ.
}}
}}

Revision as of 19:48, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

Φερσέφασσα: ἢ, = Περσέφασσα, Περσεφόνη, Σοφ. Ἀντιγ. 894, Εὐρ. Ἑλ. 174· Φερσέφαττα Ἀριστοφ. Βάτρ. 671, Θεσμ. 287· Φερρέφαττα Πλάτ. Κρατ. 404C, Ε· Φερσεφάασσα Ἐπικ. παρὰ τῷ Ἀριστ. περὶ Θαυμασ. 133. ― Περὶ τῶν διαφόρων σημασιῶν τῆς ξένης ταύτης πιθανῶς λέξεως ἴδε Heind. εἰς Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτέρω.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
c. Περσέφασσα.

Greek Monolingual

και Φερσέφαττα και Φερσεφόνη και Φερσεφονείη και Φερσεφάασσα και αττ. τ. Φερρέφαττα, ἡ, Α
βλ. Περσεφόνη.

Greek Monotonic

Φερσέφασσα: ἡ, = Περσέφασσα, Περσεφόνη, σε Σοφ., Ευρ.· Φερρέφαττα, σε Αριστοφ.· και σε Πλάτ.