θήῃς: Difference between revisions

From LSJ

μαλακίζομαι πρὸς τὸν θάνατον → meet death like a weakling

Source
(Autenrieth)
(4)
Line 7: Line 7:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=see [[τίθημι]].
|auten=see [[τίθημι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θήῃς:''' Επικ. αντί [[θῇς]], βʹ ενικ. υποτ. αορ. βʹ του [[τίθημι]].
}}
}}

Revision as of 20:40, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

θήῃς: ἴδε τὸ ῥῆμα τίθημι.

French (Bailly abrégé)

2ᵉ sg. sbj. ao.2 épq. de τίθημι.

English (Autenrieth)

see τίθημι.

Greek Monotonic

θήῃς: Επικ. αντί θῇς, βʹ ενικ. υποτ. αορ. βʹ του τίθημι.