κακαγόρος: Difference between revisions

From LSJ

Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht

Menander, Monostichoi, 187
(18)
(5)
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κακαγόρος]], -ον (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[κακηγόρος]].
|mltxt=[[κακαγόρος]], -ον (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[κακηγόρος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κακαγόρος:''' Δωρ. αντί <i>κακηγόρους</i>, αιτ. πληθ. του [[κατήγορος]].
}}
}}

Revision as of 23:40, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κακᾱγόρος Medium diacritics: κακαγόρος Low diacritics: κακαγόρος Capitals: ΚΑΚΑΓΟΡΟΣ
Transliteration A: kakagóros Transliteration B: kakagoros Transliteration C: kakagoros Beta Code: kakago/ros

English (LSJ)

κακᾱγορία, Dor. for κακηγ-, Pi.O.1.53, P.2.53.

Greek Monolingual

κακαγόρος, -ον (Α)
(δωρ. τ.) βλ. κακηγόρος.

Greek Monotonic

κακαγόρος: Δωρ. αντί κακηγόρους, αιτ. πληθ. του κατήγορος.