κατυβρίζω: Difference between revisions

From LSJ

ἐπὶ τὰ χείρω καὶ ἐπὶ τὰ βελτίω → for worse or for better, for better or for worse

Source
(20)
(5)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κατυβρίζω]] (Α)<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[καθυβρίζω]].
|mltxt=[[κατυβρίζω]] (Α)<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[καθυβρίζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κατυβρίζω:''' κατ-ύπερθε, κατ-[[υπέρτερος]], κατ-υπνόω, Ιων. αντί <i>καθ-</i>.
}}
}}

Revision as of 23:48, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατυβρίζω Medium diacritics: κατυβρίζω Low diacritics: κατυβρίζω Capitals: ΚΑΤΥΒΡΙΖΩ
Transliteration A: katybrízō Transliteration B: katybrizō Transliteration C: katyvrizo Beta Code: katubri/zw

English (LSJ)

κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ion. for καθ-.

Greek (Liddell-Scott)

κατυβρίζω: κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ἰων. ἀντὶ καθ-.

Greek Monolingual

κατυβρίζω (Α)
ιων. τ. βλ. καθυβρίζω.

Greek Monotonic

κατυβρίζω: κατ-ύπερθε, κατ-υπέρτερος, κατ-υπνόω, Ιων. αντί καθ-.