πολεμητέον: Difference between revisions

From LSJ

ἐν μὲν γὰρ εἰρήνῃ καὶ ἀγαθοῖς πράγμασιν αἵ τε πόλεις καὶ οἱ ἰδιῶται ἀμείνους τὰς γνώμας ἔχουσι διὰ τὸ μὴ ἐς ἀκουσίους ἀνάγκας πίπτειν → in peace and prosperity states and individuals have better sentiments, because they do not find themselves suddenly confronted with imperious necessities

Source
(6_20)
(6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολεμητέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[πολεμέω]], δεῖ πολεμεῖν, Ἀριστοφ. Λυσ. 496, Ἀριστ. Ρητ. 2. 22, 5· τινι, κατά τινος, Πλάτ. Πολιτικ. 304Ε· ― πληθ. πολεμητέα, Θουκ. 1. 79, Δίων Κ. 36. 29.
|lstext='''πολεμητέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[πολεμέω]], δεῖ πολεμεῖν, Ἀριστοφ. Λυσ. 496, Ἀριστ. Ρητ. 2. 22, 5· τινι, κατά τινος, Πλάτ. Πολιτικ. 304Ε· ― πληθ. πολεμητέα, Θουκ. 1. 79, Δίων Κ. 36. 29.
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολεμητέον:''' ρημ. επίθ. του [[πολεμέω]], αυτό για το οποίο πρέπει [[κάποιος]] να πολεμήσει, σε Αριστ.· πληθ. [[πολεμητέα]], σε Θουκ.
}}
}}

Revision as of 01:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολεμητέον Medium diacritics: πολεμητέον Low diacritics: πολεμητέον Capitals: ΠΟΛΕΜΗΤΕΟΝ
Transliteration A: polemētéon Transliteration B: polemēteon Transliteration C: polemiteon Beta Code: polemhte/on

English (LSJ)

   A one must go to war, Ar.Lys.496, Arist.Rh.1396a8; ἑκάστοις Pl.Plt. 304e: pl. πολεμ-ητέα, Th.1.79, D.C.36.46.

Greek (Liddell-Scott)

πολεμητέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ πολεμέω, δεῖ πολεμεῖν, Ἀριστοφ. Λυσ. 496, Ἀριστ. Ρητ. 2. 22, 5· τινι, κατά τινος, Πλάτ. Πολιτικ. 304Ε· ― πληθ. πολεμητέα, Θουκ. 1. 79, Δίων Κ. 36. 29.

Greek Monotonic

πολεμητέον: ρημ. επίθ. του πολεμέω, αυτό για το οποίο πρέπει κάποιος να πολεμήσει, σε Αριστ.· πληθ. πολεμητέα, σε Θουκ.