λογώδης: Difference between revisions
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
(23) |
(3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[λογώδης]], -ῶδες (Α) [[λόγος]]<br /><b>1.</b> [[λογοειδής]]<br /><b>2.</b> (για [[επιχείρημα]]) [[προφορικός]]. | |mltxt=[[λογώδης]], -ῶδες (Α) [[λόγος]]<br /><b>1.</b> [[λογοειδής]]<br /><b>2.</b> (για [[επιχείρημα]]) [[προφορικός]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λογώδης:''' Arst. = [[λογοειδής]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:48, 31 December 2018
English (LSJ)
ες,
A = λογοειδής 1, μέλος Aristox.Harm.p.18 M. II verbal, of an argument, Thphr.Metaph.16.
Greek (Liddell-Scott)
λογώδης: -ες, = λογοειδής, Ἀριστ. π. Πνεύμ. 2. 6, Ἀριστόξ. σ. 18.
Greek Monolingual
λογώδης, -ῶδες (Α) λόγος
1. λογοειδής
2. (για επιχείρημα) προφορικός.
Russian (Dvoretsky)
λογώδης: Arst. = λογοειδής.