ὑποκηρύσσομαι: Difference between revisions
Ζήσεις βίον κράτιστον, ἢν θυμοῦ κρατῇς → Vives bene, si sis vacuus iracundia → Am besten lebst du, wenn du deinen Zorn beherrschst
(6) |
(4b) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑποκηρύσσομαι:''' Αττ. -ττομαι, Μέσ., [[γνωστοποιώ]] μέσω της φωνής κήρυκα ή αγγελιαφόρου, [[προκηρύσσω]] [[κάτι]] ή [[αναγγέλλω]], [[ιδίως]] λέγεται για [[πώληση]], σε Αισχίν.· <i>σεαυτὸν ὑποκηρύσσει</i>, το να διαφημίζεις τον εαυτό [[σου]], σε Πλάτ. | |lsmtext='''ὑποκηρύσσομαι:''' Αττ. -ττομαι, Μέσ., [[γνωστοποιώ]] μέσω της φωνής κήρυκα ή αγγελιαφόρου, [[προκηρύσσω]] [[κάτι]] ή [[αναγγέλλω]], [[ιδίως]] λέγεται για [[πώληση]], σε Αισχίν.· <i>σεαυτὸν ὑποκηρύσσει</i>, το να διαφημίζεις τον εαυτό [[σου]], σε Πλάτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑποκηρύσσομαι:''' атт. ὑποκηρύττομαι объявлять через глашатая Aesch.: σεαυτὸν ὑ. εἰς πάντας Plat. возвестить о себе всем. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:56, 31 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
ὑποκηρύσσομαι: Ἀττικ. -ττομαι, μέσ., καθιστῶ γνωστὸν διὰ κήρυκος, προκηρύττω ἢ ἀναγγέλλω τι, μάλιστα πρὸς πώλησιν. Αἰσχίν. 59. 25˙ σύγ’ ἀναφανδὸν σεαυτὸν ὑποκηρυξάμενος εἰς πάντας τοὺς Ἕλληνας, ... σεαυτὸν ἀπέφηνας… Πλάτ. Πρωτ. 349Α˙ σιωπὴν ὑποκηρυξάμενος Διον. Ἁλ. 9. 48˙ μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρεμφ., ὑποκηρυξάμενος ἀρκεῖν τοὺς ὄντας Ἰωσήπου Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 6, 1. - Κατὰ Πολυδ. Δ΄, 94: «ὑποκηρύξασθαι τὸ προειπεῖν ἡσυχίαν ἢ καὶ ἀπαγγείλασθαί τι δημοσίᾳ» - Τὸ ἐνεργ. μόνον ἐν Α. Β. 112. 25˙ «ὑπεκήρυξε: τὸ ὑπὸ τῷ κήρυκι τῷ δημοσίῳ στῆναι καὶ ποιῆσαί τι διὰ τοῦ κήρυκος φανερῶς».
Greek Monotonic
ὑποκηρύσσομαι: Αττ. -ττομαι, Μέσ., γνωστοποιώ μέσω της φωνής κήρυκα ή αγγελιαφόρου, προκηρύσσω κάτι ή αναγγέλλω, ιδίως λέγεται για πώληση, σε Αισχίν.· σεαυτὸν ὑποκηρύσσει, το να διαφημίζεις τον εαυτό σου, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ὑποκηρύσσομαι: атт. ὑποκηρύττομαι объявлять через глашатая Aesch.: σεαυτὸν ὑ. εἰς πάντας Plat. возвестить о себе всем.