Θείβαθεν: Difference between revisions

From LSJ

τοῖς οἰκείοις βουλεύμασιν ἁλίσκεσθαι → hoist by one's own petard, hoist with one's own petard, hoist on one's own petard, hoisted by one's own petard, be hoist with one's own petard

Source
(4)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Θείβᾱθεν:''' επίρρ., Βοιωτ. αντί [[Θήβηθεν]], από τη Θήβα, σε Αριστοφ.· ομοίως, Θείβᾱθι, στη Θήβα, στον ίδ.
|lsmtext='''Θείβᾱθεν:''' επίρρ., Βοιωτ. αντί [[Θήβηθεν]], από τη Θήβα, σε Αριστοφ.· ομοίως, Θείβᾱθι, στη Θήβα, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''Θείβᾱθεν:''' беот. Arph. = [[Θήβηθεν]].
}}
}}

Revision as of 09:28, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Θείβᾱθεν Medium diacritics: Θείβαθεν Low diacritics: Θείβαθεν Capitals: ΘΕΙΒΑΘΕΝ
Transliteration A: Theíbathen Transliteration B: Theibathen Transliteration C: THeivathen Beta Code: *qei/baqen

English (LSJ)

Adv., Boeot. for Θήβηθεν,

   A from Thebes, Ar.Ach.862:— Θείβᾱθι, at Thebes, ib.868 codd. (Θείβᾱθε from Thebes, Elmsl.).

Greek (Liddell-Scott)

Θείβᾱθεν: Ἐπίρρ., Βοιωτ. ἀντὶ Θήβηθεν, ἐκ Θηβῶν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 862· οὕτω, Θείβᾱθι, ἐν Θήβαις, αὐτόθι 868.

French (Bailly abrégé)

adv.
béot. c. Θήβηθεν.

Greek Monotonic

Θείβᾱθεν: επίρρ., Βοιωτ. αντί Θήβηθεν, από τη Θήβα, σε Αριστοφ.· ομοίως, Θείβᾱθι, στη Θήβα, στον ίδ.

Russian (Dvoretsky)

Θείβᾱθεν: беот. Arph. = Θήβηθεν.