κατάντλησις: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ κρῖν' ὁρῶν τὸ κάλλος, ἀλλὰ τὸν τρόπον → Mores in arbitrando, non faciem vide → Nach dem Charakter, nicht nach Schönheit urteile

Menander, Monostichoi, 333
(19)
(nl)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κατάντλησις]], ἡ (Α) [[καταντλώ]]<br />η [[επίχυση]] άφθονου ύδατος.
|mltxt=[[κατάντλησις]], ἡ (Α) [[καταντλώ]]<br />η [[επίχυση]] άφθονου ύδατος.
}}
{{elnl
|elnltext=κατάντλησις -εως, ἡ [καταντλέω] stortbad. Hp.
}}
}}

Revision as of 13:48, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατάντλησις Medium diacritics: κατάντλησις Low diacritics: κατάντλησις Capitals: ΚΑΤΑΝΤΛΗΣΙΣ
Transliteration A: katántlēsis Transliteration B: katantlēsis Transliteration C: katantlisis Beta Code: kata/ntlhsis

English (LSJ)

εως, ἡ, = foreg., Hp.Medic.3, Antyll. ap. Orib.9.23.1, Gal.10.237.

German (Pape)

[Seite 1366] ἡ, das Daraufschütten, bes. einer warmen Flüssigkeit, das Bähen, Medic.

Greek (Liddell-Scott)

κατάντλησις: εως (καὶ ἐπάντλησις), ἡ, λουτρὸν δι’ ἐπιχύσεως, τὸ καταντλεῖν, καταβρέχειν, λουτρὰ καὶ καταντλήσεις καὶ ἐμβροχαὶ Ἄντυλλ. παρὰ Στοβ. 101, 23.

Greek Monolingual

κατάντλησις, ἡ (Α) καταντλώ
η επίχυση άφθονου ύδατος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατάντλησις -εως, ἡ [καταντλέω] stortbad. Hp.