ἀδελφεοκτόνος: Difference between revisions
From LSJ
Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν αὐθαίρετα → Ab ipsis fere parantur mala mortalibus → Von Sterblichen ist selbstgewählt das meiste Leid
(2) |
(1) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀδελφεοκτόνος:''' -ον, Ιων. αντί [[ἀδελφοκτόνος]]. | |lsmtext='''ἀδελφεοκτόνος:''' -ον, Ιων. αντί [[ἀδελφοκτόνος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀδελφεοκτόνος:''' ὁ ион. = [[ἀδελφοκτόνος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:20, 31 December 2018
English (LSJ)
ον, Ion. for ἀδελφοκτόνος.
German (Pape)
[Seite 32] ὁ, Brudermörder, Her. 3, 65.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδελφεοκτόνος: -ον, Ἰων. ἀντὶ ἀδελφοκτόνος.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
c. ἀδελφοκτόνος.
Spanish (DGE)
-ον v. ἀδελφοκτόνος.
Greek Monotonic
ἀδελφεοκτόνος: -ον, Ιων. αντί ἀδελφοκτόνος.
Russian (Dvoretsky)
ἀδελφεοκτόνος: ὁ ион. = ἀδελφοκτόνος.