δειπνοποιός: Difference between revisions

From LSJ

τὸν νέον τίνα οἴει καρδίαν ἴσχειν → what do you think are his feelings

Source
(8)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δειπνοποιός]], ο (Α)<br />αυτός που έχει αναλάβει την [[ετοιμασία]] του δείπνου.
|mltxt=[[δειπνοποιός]], ο (Α)<br />αυτός που έχει αναλάβει την [[ετοιμασία]] του δείπνου.
}}
{{elru
|elrutext='''δειπνοποιός:''' ὁ устроитель обеда Arst.
}}
}}

Revision as of 18:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δειπνοποιός Medium diacritics: δειπνοποιός Low diacritics: δειπνοποιός Capitals: ΔΕΙΠΝΟΠΟΙΟΣ
Transliteration A: deipnopoiós Transliteration B: deipnopoios Transliteration C: deipnopoios Beta Code: deipnopoio/s

English (LSJ)

ὁ,

   A dinner-preparer, caterer, Arist.MM 1206a27.

Greek (Liddell-Scott)

δειπνοποιός: ὁ, ὁ παρέχων δεῖπνον, ἑστιῶν, Ἀριστ. Μ. Ἠθ. 2. 7, 30.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
el que prepara la cena, cocinero Arist.MM 1206a27, Heph.Astr.3.36.2, IG 12(1).579 (Rodas).

Greek Monolingual

δειπνοποιός, ο (Α)
αυτός που έχει αναλάβει την ετοιμασία του δείπνου.

Russian (Dvoretsky)

δειπνοποιός: ὁ устроитель обеда Arst.