ἔγχρυσος: Difference between revisions

From LSJ

Βλάπτει τὸν ἄνδρα θυμὸς εἰς ὀργὴν πεσών → Nociva res est animus irae traditus → Es schadet, wenn des Mannes Sinn dem Zorn verfällt

Menander, Monostichoi, 71
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔγχρυσος]], -ον (Α)<br />επιχρυσωμένος, χρυσωμένος<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που μοιάζει με χρυσό, που χρυσίζει.
|mltxt=[[ἔγχρυσος]], -ον (Α)<br />επιχρυσωμένος, χρυσωμένος<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που μοιάζει με χρυσό, που χρυσίζει.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔγχρῡσος:''' золотистый ([[λίθος]] ἔγχρυσον πρόσοψιν παρεχόμενος Diod.).
}}
}}

Revision as of 19:08, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔγχρῡσος Medium diacritics: ἔγχρυσος Low diacritics: έγχρυσος Capitals: ΕΓΧΡΥΣΟΣ
Transliteration A: énchrysos Transliteration B: enchrysos Transliteration C: egchrysos Beta Code: e)/gxrusos

English (LSJ)

ον,

   A golden, ὅπλον Schwyzer647.35 (Cyme, i A.D.); στολή Philostr.Im.1.22; πρόσοψις D.S.3.39.

German (Pape)

[Seite 714] vergoldet, πρόσοψις, wie Gold, D. Sic. 3, 39, u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἔγχρῡσος: -ον, χρυσοῦς, ὅπλον Συλλ. Ἐπιγρ. 3524. 35· στολὴ Φιλόστρ. 796 πρόσοψις Διόδ. 3. 39.

Spanish (DGE)

-ον
dorado εἰκὼν γραπτὰ ἐν ὅπλῳ ἐνχρύσῳ retrato pintado sobre un escudo dorado, IKyme 19.35 (I a./d.C.)
con reflejos de oro στολή Philostr.Im.1.22, πρόσοψις del topacio, Agatharch.82.

Greek Monolingual

ἔγχρυσος, -ον (Α)
επιχρυσωμένος, χρυσωμένος
αρχ.
αυτός που μοιάζει με χρυσό, που χρυσίζει.

Russian (Dvoretsky)

ἔγχρῡσος: золотистый (λίθος ἔγχρυσον πρόσοψιν παρεχόμενος Diod.).