νευροτενής: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νευροτενής:''' -ές ([[τείνω]]), [[τεντωμένος]] μέσω νεύρων, κατασκευασμένος με χορδές από έντερα, σε Ανθ.
|lsmtext='''νευροτενής:''' -ές ([[τείνω]]), [[τεντωμένος]] μέσω νεύρων, κατασκευασμένος με χορδές από έντερα, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''νευροτενής:''' затянутый или стягиваемый сухожильными нитями (παγίδες Anth.).
}}
}}

Revision as of 00:40, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νευροτενής Medium diacritics: νευροτενής Low diacritics: νευροτενής Capitals: ΝΕΥΡΟΤΕΝΗΣ
Transliteration A: neurotenḗs Transliteration B: neurotenēs Transliteration C: nevrotenis Beta Code: neurotenh/s

English (LSJ)

ές,

   A stretched by sinews, παγὶς ν. a snare of gut, AP6.109 (Antip.).

Greek (Liddell-Scott)

νευροτενής: -ές, ὁ διὰ νεύρων τεντωμένος, παγὶς νευροτενής, ἐκ χορδῶν παρεσκευασμένη, Ἀνθ. Π. 6. 109.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
tendu au moyen de cordes.
Étymologie: νεῦρον, τείνω.

Greek Monolingual

νευροτενής, -ές (Α)
ο τεντωμένος ή ο κατασκευασμένος με χορδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον «χορδή» + -τενής (< τένος < τείνω), πρβλ. σχοινο-τενής, ταυρο-τενής].

Greek Monotonic

νευροτενής: -ές (τείνω), τεντωμένος μέσω νεύρων, κατασκευασμένος με χορδές από έντερα, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

νευροτενής: затянутый или стягиваемый сухожильными нитями (παγίδες Anth.).