Σωκρατίδιον: Difference between revisions

From LSJ

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
(6)
(4b)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Σωκρατίδιον:''' τό, υποκορ. του <i>Σωκράτη</i>, Σωκρατάκη! σε Αριστοφ.
|lsmtext='''Σωκρατίδιον:''' τό, υποκορ. του <i>Σωκράτη</i>, Σωκρατάκη! σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''Σωκρᾰτίδιον:''' (τῐ) τό [demin. к [[Σωκράτης]] Сократушка Arph.
}}
}}

Revision as of 04:40, 1 January 2019

German (Pape)

[Seite 1059] τό, dim. von Σωκράτης, Ar. Nubb. 223.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
« cher petit Socrate, Socratounet ».
Étymologie: Σωκράτης.

Greek Monolingual

τὸ, Α
υποκορ. τ. του Σωκράτης.

Greek Monotonic

Σωκρατίδιον: τό, υποκορ. του Σωκράτη, Σωκρατάκη! σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

Σωκρᾰτίδιον: (τῐ) τό [demin. к Σωκράτης Сократушка Arph.