Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

χρυσανταυγής: Difference between revisions

From LSJ

μέγα γὰρ τὸ τῆς θαλάσσης κράτος → great is the power of the country that controls the sea, control of the sea is a great thing, the dominion of the sea is a great matter, the rule of the sea is a great matter, the rule of the sea is indeed a great matter, control of the sea is a paramount advantage

Source
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χρῡσανταυγής:''' -ές, αυτός που αντανακλά χρυσό φως, σε Ευρ.
|lsmtext='''χρῡσανταυγής:''' -ές, αυτός που αντανακλά χρυσό φως, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''χρῡσανταυγής:''' отсвечивающий золотом, золотистый (κρόκεα πέταλα Eur.).
}}
}}

Revision as of 06:07, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσανταυγής Medium diacritics: χρυσανταυγής Low diacritics: χρυσανταυγής Capitals: ΧΡΥΣΑΝΤΑΥΓΗΣ
Transliteration A: chrysantaugḗs Transliteration B: chrysantaugēs Transliteration C: chrysantavgis Beta Code: xrusantaugh/s

English (LSJ)

ές,

   A reflecting golden light, πέταλα E.Ion890 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 1378] ές, Gold entgegenstrahlend, Gold widerscheinend, πέταλα Eur. Ion 890.

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσανταυγής: -ές, ὁ ἀνταυγάζων χρυσίζον φῶς, ἀπαστράπτων ὡς χρυσός, πέταλα Εὐρ. Ἴων 890.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
aux reflets d’or.
Étymologie: χρυσός, ἀνταυγής.

Greek Monolingual

-ές, Α
(ποιητ. τ.) χρυσαυγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + ἀνταυγής «αυτός που ανακλά φως, που φεγγοβολά»].

Greek Monotonic

χρῡσανταυγής: -ές, αυτός που αντανακλά χρυσό φως, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσανταυγής: отсвечивающий золотом, золотистый (κρόκεα πέταλα Eur.).