περικάτημαι: Difference between revisions
From LSJ
Θεὸς δὲ τοῖς ἀργοῖσιν οὐ παρίσταται → Longe est auxilium numinis ab inertibus → Umsonst erhofft der Träge Beistand sich von Gott
(3b) |
(nl) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''περικάτημαι:''' ион. = [[περικάθημαι]]. | |elrutext='''περικάτημαι:''' ион. = [[περικάθημαι]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=περικάτημαι Ion. voor περικάθημαι. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:52, 1 January 2019
German (Pape)
[Seite 579] ion. statt περικάθημαι.
French (Bailly abrégé)
ion. c. περικάθημαι.
Greek Monotonic
περικάτημαι: Ιων. αντί -κάθημαι.
Russian (Dvoretsky)
περικάτημαι: ион. = περικάθημαι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περικάτημαι Ion. voor περικάθημαι.