ἀγροφύλαξ: Difference between revisions
κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre
(2) |
(1a) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀγροφύλαξ:''' [ῠ], ὁ, [[φύλακας]] των αγρών, σε Ανθ. | |lsmtext='''ἀγροφύλαξ:''' [ῠ], ὁ, [[φύλακας]] των αγρών, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=a [[watcher]] of the [[country]], Anth. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:25, 9 January 2019
English (LSJ)
[ῠ], ὁ,
A guardian of the country, APl.4.243 (Antist.), PRein.48 (ii A.D.), PLond.403.11 (iv A.D.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀγροφύλαξ: [ῠ], ὁ, ὁ φυλάττων τοὺς ἀγρούς, Ἀνθ. Πλαν. 243.
French (Bailly abrégé)
ακος (ὁ) :
gardien des champs.
Étymologie: ἀγρός, φύλαξ.
Spanish (DGE)
-ᾰκος, ὁ
• Prosodia: [-ῠ-]
guardián de los camposde una estatua de Príapo AP 16.243 (Antist.)
•en Egipto n. de un oficial de policía PRein.48.4 (II d.C.), PIFAO 3.36.5 (III d.C.), οἱ τέσσαρες ἀγροφύλακες ὁρίων κώμης Τερτεμβύθεως CPR 17A.16.15 (IV d.C.), ἀγροφυλάκων τῆς κώμης ... τὴν τῶν προβάτων ... ἀπελασίαν ἀναζητούντων PAbinn.49.11 (IV d.C.), τοῖς ἀγροφύλαξ (ι) τοῦ μεγάλου εἰρηναρχείου POxy.141.4 (VI d.C.), cf. PFlor.359.5 (VI d.C.), PSI 954.55 (VI d.C.), POxy.3869.5 (VI/VII d.C.).
Greek Monotonic
ἀγροφύλαξ: [ῠ], ὁ, φύλακας των αγρών, σε Ανθ.