παρηίς: Difference between revisions
From LSJ
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
(6_12) |
(1ba) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πᾰρηίς''': -ίδος, ἡ, μεταγενέστ. [[τύπος]] τοῦ [[παρήιον]], Αἰσχύλ. Χο. 24, Εὐρ. Ἑκ. 410· λευκὴν... παρηίδα Ἠλ. 1023· πληθ. (ἴδε ἐν λέξ. [[παρειά]]), διὰ παρηίδων Αἰσχύλ. Θήβ. 534· ― [[ὡσαύτως]] συνῃρ. [[παρῇς]], -ῇδος, Εὐρ. Ι. Α. 187, Ἀνθ. Π. 9. 745· πληθ. παρῇδες Εὐρ. Ι. Α. 681· δοτ. παρῇσι Φρύνιχ. Τραγ. παρ’ Ἀθην. 564F. | |lstext='''πᾰρηίς''': -ίδος, ἡ, μεταγενέστ. [[τύπος]] τοῦ [[παρήιον]], Αἰσχύλ. Χο. 24, Εὐρ. Ἑκ. 410· λευκὴν... παρηίδα Ἠλ. 1023· πληθ. (ἴδε ἐν λέξ. [[παρειά]]), διὰ παρηίδων Αἰσχύλ. Θήβ. 534· ― [[ὡσαύτως]] συνῃρ. [[παρῇς]], -ῇδος, Εὐρ. Ι. Α. 187, Ἀνθ. Π. 9. 745· πληθ. παρῇδες Εὐρ. Ι. Α. 681· δοτ. παρῇσι Φρύνιχ. Τραγ. παρ’ Ἀθην. 564F. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=πᾰρηίς, ίδος, ἡ, later form of πᾰρήιον, Aesch., Eur.] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 15:00, 9 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
πᾰρηίς: -ίδος, ἡ, μεταγενέστ. τύπος τοῦ παρήιον, Αἰσχύλ. Χο. 24, Εὐρ. Ἑκ. 410· λευκὴν... παρηίδα Ἠλ. 1023· πληθ. (ἴδε ἐν λέξ. παρειά), διὰ παρηίδων Αἰσχύλ. Θήβ. 534· ― ὡσαύτως συνῃρ. παρῇς, -ῇδος, Εὐρ. Ι. Α. 187, Ἀνθ. Π. 9. 745· πληθ. παρῇδες Εὐρ. Ι. Α. 681· δοτ. παρῇσι Φρύνιχ. Τραγ. παρ’ Ἀθην. 564F.
Middle Liddell
πᾰρηίς, ίδος, ἡ, later form of πᾰρήιον, Aesch., Eur.]