Ἀμφικτυονικός: Difference between revisions
τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
(2) |
(1a) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Ἀμφικτυονικός:''' -ή, -όν, Αμφικτυονικός, αυτός που ανήκει στους Αμφικτύονες, σε Δημ. | |lsmtext='''Ἀμφικτυονικός:''' -ή, -όν, Αμφικτυονικός, αυτός που ανήκει στους Αμφικτύονες, σε Δημ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=Amphictyonic, of the Amphictyons, Dem. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:45, 9 January 2019
English (LSJ)
ή, όν,
A belonging to the Amphictyons or their League, Ἀ. δίκαι trials in their court, D.18.322: ἱερά offerings made at their meeting, Lexap.eund. 23.37; πόλεμος D.18.143; τὰ χρήματα τὰ Ἀ. IG2.545.6; Ἀ. ἔγκλημα IG12(5).526.4 (Ceos, iii B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
Ἀμφικτυονικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τοὺς Ἀμφικτύονας ἢ εἰς τὸν σύνδεσμον αὐτῶν, Ἀμφ. δίκαι, αἱ ἐν τῷ συνεδρίῳ αὐτῶν δίκαι, Δημ. 331. 29· ἱερὰ Ἀμφ., προσφοραὶ ἢ θυσίαι γινόμεναι κατὰ τὴν σύνοδον τῶν Ἀμφικτυόνων, Νόμ. παρὰ Δημοσθ. 632. 1· πόλεμος Ἀμφ. Δημ. 275. 20· τὰ χρήματα τὰ Ἀμφ. Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 7, πρβλ. 26· Ἀμφ. ἔγκλημα 2350. 4.
French (Bailly abrégé)
v. Ἀμφικτιονικός.
Greek Monotonic
Ἀμφικτυονικός: -ή, -όν, Αμφικτυονικός, αυτός που ανήκει στους Αμφικτύονες, σε Δημ.
Middle Liddell
Amphictyonic, of the Amphictyons, Dem.