τετραδεῖον: Difference between revisions
From LSJ
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
(6) |
(1b) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τετρᾰδεῖον:''' τό ([[τετράς]]), αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] κομμάτια, στρατιωτικό [[απόσπασμα]] από [[τέσσερις]] άνδρες· όπως και [[σήμερα]], [[τετράδιο]] με [[τέσσερα]] φύλλα, σε Καινή Διαθήκη | |lsmtext='''τετρᾰδεῖον:''' τό ([[τετράς]]), αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] κομμάτια, στρατιωτικό [[απόσπασμα]] από [[τέσσερις]] άνδρες· όπως και [[σήμερα]], [[τετράδιο]] με [[τέσσερα]] φύλλα, σε Καινή Διαθήκη | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=τετρᾰδεῖον, ου, τό, [[τετράς]]<br />a [[number]] of [[four]], a quarternion, NTest. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:45, 10 January 2019
German (Pape)
[Seite 1097] τό, auch τετράδιον, eine Zahl von vieren, vier zusammengehörige Dinge, Quaterne, Sp., wie N. T. u. Suid.
Greek Monotonic
τετρᾰδεῖον: τό (τετράς), αυτός που αποτελείται από τέσσερα κομμάτια, στρατιωτικό απόσπασμα από τέσσερις άνδρες· όπως και σήμερα, τετράδιο με τέσσερα φύλλα, σε Καινή Διαθήκη
Middle Liddell
τετρᾰδεῖον, ου, τό, τετράς
a number of four, a quarternion, NTest.