παραπλευστέος: Difference between revisions

From LSJ

Ἄνθρωπος ὢν ἥμαρτον· οὐ θαυμαστέον → Being human I made a mistake; there is nothing remarkable about it.

Menander, Fragmenta, 499
(5)
(1ba)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παραπλευστέος:''' -α, -ον, αυτός που πρέπει να πλεύσει δίπλα, σε Στράβ.
|lsmtext='''παραπλευστέος:''' -α, -ον, αυτός που πρέπει να πλεύσει δίπλα, σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[παραπλευστέος]], η, ον,<br />that must be sailed [[past]], Strab.
}}
}}

Revision as of 05:23, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραπλευστέος Medium diacritics: παραπλευστέος Low diacritics: παραπλευστέος Capitals: ΠΑΡΑΠΛΕΥΣΤΕΟΣ
Transliteration A: parapleustéos Transliteration B: parapleusteos Transliteration C: paraplefsteos Beta Code: parapleuste/os

English (LSJ)

α, ον,

   A that must be sailed past, Str.8.3.27.

Greek (Liddell-Scott)

παραπλευστέος: -α, -ον, ὃν δέον νὰ παραπλεύσῃ τις πλέων, Στράβ. 351.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
adj. verb. de παραπλέω.

Greek Monotonic

παραπλευστέος: -α, -ον, αυτός που πρέπει να πλεύσει δίπλα, σε Στράβ.

Middle Liddell

παραπλευστέος, η, ον,
that must be sailed past, Strab.