ροδής: Difference between revisions
From LSJ
χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill
(36) |
m (Text replacement - "<i>το [[" to "το [[") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ιά, -ί, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που έχει το κόκκινο [[χρώμα]] του ροδιού<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b | |mltxt=-ιά, -ί, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που έχει το κόκκινο [[χρώμα]] του ροδιού<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[ροδί]]<br />το [[χρώμα]] του ροδιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ρόδι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ης</i> (<b>πρβλ.</b> <i>θαλασσ</i>-<i>ής</i>, <i>σταχτ</i>-<i>ής</i>)]. | ||
}} | }} |