Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

έλεγος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24
(11)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔλεγος]], ο (Α)<br /><b>1.</b> θρηνητικό [[τραγούδι]], [[θρήνος]] («[[ὄρνις]] ἀλκυὼν ἔλεγον οἶτον ἀείδεις» — [[αηδόνι]] μοιρολογάς, τραγουδάς πένθιμο [[τραγούδι]], <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[ποίημα]] σε ελεγειακά δίστιχα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το [[έλεγος]] ήταν πένθιμο [[τραγούδι]] με την [[συνοδεία]] αυλού. Η [[άποψη]] τών αρχαίων ότι η λ. [[έλεγος]] προήλθε από την φρ. «<i>έ έλέγειν</i>» θεωρείται [[σήμερα]] [[παρετυμολογία]]. Το πιθανότερο [[είναι]] ότι πρόκειται για [[δάνειο]] μικρασιατικής και [[μάλιστα]] φρυγικής προελεύσεως, ενώ όλες οι άλλες υποθέσεις δεν έχουν ισχυρή [[βάση]]].
|mltxt=[[ἔλεγος]], ο (Α)<br /><b>1.</b> θρηνητικό [[τραγούδι]], [[θρήνος]] («[[ὄρνις]] ἀλκυὼν ἔλεγον οἶτον ἀείδεις» — [[αηδόνι]] μοιρολογάς, τραγουδάς πένθιμο [[τραγούδι]], <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[ποίημα]] σε ελεγειακά δίστιχα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Το [[έλεγος]] ήταν πένθιμο [[τραγούδι]] με την [[συνοδεία]] αυλού. Η [[άποψη]] τών αρχαίων ότι η λ. [[έλεγος]] προήλθε από την φρ. «<i>έ έλέγειν</i>» θεωρείται [[σήμερα]] [[παρετυμολογία]]. Το πιθανότερο [[είναι]] ότι πρόκειται για [[δάνειο]] μικρασιατικής και [[μάλιστα]] φρυγικής προελεύσεως, ενώ όλες οι άλλες υποθέσεις δεν έχουν ισχυρή [[βάση]]].
}}
}}

Latest revision as of 22:05, 29 December 2020

Greek Monolingual

ἔλεγος, ο (Α)
1. θρηνητικό τραγούδι, θρήνοςὄρνις ἀλκυὼν ἔλεγον οἶτον ἀείδεις» — αηδόνι μοιρολογάς, τραγουδάς πένθιμο τραγούδι, Ευρ.)
2. ποίημα σε ελεγειακά δίστιχα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Το έλεγος ήταν πένθιμο τραγούδι με την συνοδεία αυλού. Η άποψη τών αρχαίων ότι η λ. έλεγος προήλθε από την φρ. «έ έλέγειν» θεωρείται σήμερα παρετυμολογία. Το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται για δάνειο μικρασιατικής και μάλιστα φρυγικής προελεύσεως, ενώ όλες οι άλλες υποθέσεις δεν έχουν ισχυρή βάση].