ξυλώροφον: Difference between revisions
From LSJ
Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ksylorofon | |Transliteration C=ksylorofon | ||
|Beta Code=culw/rofon | |Beta Code=culw/rofon | ||
|Definition=τό, <span class="sense"> | |Definition=τό, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[wooden roof]], ib.12(3).1102 (Melos).</span> | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ξυλόροφον, τὸ (Α)<br />ξύλινη [[οροφή]], ξύλινη [[στέγη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξύλον]] <span style="color: red;">+</span> [[ὄροφος]]. Το -<i>ω</i>- του τ. ([[αντί]] <i>ξυλόροφον</i>) οφείλεται στη [[λειτουργία]] του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει»]. | |mltxt=ξυλόροφον, τὸ (Α)<br />ξύλινη [[οροφή]], ξύλινη [[στέγη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξύλον]] <span style="color: red;">+</span> [[ὄροφος]]. Το -<i>ω</i>- του τ. ([[αντί]] <i>ξυλόροφον</i>) οφείλεται στη [[λειτουργία]] του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει»]. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:20, 30 December 2020
English (LSJ)
τό, A wooden roof, ib.12(3).1102 (Melos).
Greek Monolingual
ξυλόροφον, τὸ (Α)
ξύλινη οροφή, ξύλινη στέγη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + ὄροφος. Το -ω- του τ. (αντί ξυλόροφον) οφείλεται στη λειτουργία του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει»].