τονή: Difference between revisions

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=toni
|Transliteration C=toni
|Beta Code=tonh/
|Beta Code=tonh/
|Definition=ἡ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[prolongation]] of a note at the same pitch, <span class="bibl">Cleonid.<span class="title">Harm.</span>14</span>.</span>
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[prolongation]] of a note at the same pitch, <span class="bibl">Cleonid.<span class="title">Harm.</span>14</span>.</span>
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 13:00, 31 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τονή Medium diacritics: τονή Low diacritics: τονή Capitals: ΤΟΝΗ
Transliteration A: tonḗ Transliteration B: tonē Transliteration C: toni Beta Code: tonh/

English (LSJ)

ἡ, A prolongation of a note at the same pitch, Cleonid.Harm.14.

Greek (Liddell-Scott)

τονή: ἡ, ἐν τῇ μελοποιΐα, «... τονὴ δὲ ἡ ἐπὶ πλείονα χρόνον μονὴ κατὰ μίαν γενομένη προφορὰν τῆς φωνῆς» Εὐκλ. Εἰσαγ. Ἁρμον. σ. 22, 7.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(μουσ.-μετρ.) η παράταση της φωνής στον ίδιο μουσικό φθόγγο και στον ίδιο τόνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Σπάνιος τεχνικός όρος που ανάγεται στην ετεροιωμένη βαθμίδα τον- της ρίζας του ρ. τείνω (βλ. λ. τείνω)].