ὀκταμηνιαῖος: Difference between revisions
Βοηθὸς ἴσθι τοῖς καλῶς εἰργασμένοις → Bonis inceptis addas auxilium tuum → Erweise dich als Helfer dem, was gut getan
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "αῑο" to "αῖο") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[οχταμηνιαίος]], -α, -ο (Α | |mltxt=και [[οχταμηνιαίος]], -α, -ο (Α ὀκταμηνιαῖος και ὀκτωμηνιαῖος, -α, -ον) [[οκτάμηνος]]<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[οκτώ]] μήνες («ὀκταμηνιαῖος [[χρόνος]]», πάπ.)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει [[ηλικία]] [[οκτώ]] μηνών, [[οκτάμηνος]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ὀκταμηνιαῖος:''' Diod., Plut. = [[ὀκτάμηνος]]. | |elrutext='''ὀκταμηνιαῖος:''' Diod., Plut. = [[ὀκτάμηνος]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 08:50, 14 March 2021
English (LSJ)
α, ον, A of eight months, ἀνοχαί D.S.14.38 ; χρόνος POxy.1627.9 (iv A.D.) ; eight months old, Ar. Byz.Epit.77.18.
German (Pape)
[Seite 317] = Folgdm, Plut. plac. phil. 5, 18.
Greek (Liddell-Scott)
ὀκτᾰμηνῐαῖος: -α, -ον, ὁ ἐξ ὀκτὼ μηνῶν συνιστάμενος, ἀνοχαὶ Διόδ. 14. 38· ὁ κατὰ τὸν ὄγδοον μῆνα γεννηθείς, βρέφος Ἀλεξ. Ἀφροδ. Προβλ. 2. 47.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
1 qui se passe ou arrive le 8ᵉ mois;
2 qui dure huit mois, de huit mois.
Étymologie: ὀκτώ, μήν².
Greek Monolingual
και οχταμηνιαίος, -α, -ο (Α ὀκταμηνιαῖος και ὀκτωμηνιαῖος, -α, -ον) οκτάμηνος
1. αυτός που αποτελείται από οκτώ μήνες («ὀκταμηνιαῖος χρόνος», πάπ.)
2. αυτός που έχει ηλικία οκτώ μηνών, οκτάμηνος.
Russian (Dvoretsky)
ὀκταμηνιαῖος: Diod., Plut. = ὀκτάμηνος.