ισώνυμος: Difference between revisions
From LSJ
Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει → Reverens parentum sis, amicis beneficus → Die Eltern ehre, deinen Freunden tue wohl
(18) |
m (Text replacement - "εῑν " to "εῖν ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἰσώνυμος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει το ίδιο όνομα με άλλον, [[φερώνυμος]], [[ομώνυμος]] ( | |mltxt=[[ἰσώνυμος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει το ίδιο όνομα με άλλον, [[φερώνυμος]], [[ομώνυμος]] («καλεῖν τινα ἰσώνυμον [[ἔμμεν]] μάτρωος», <b>Πίνδ.</b>)<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- -<i>ώνυμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄνυμα]] αιολ. και δωρ. τ. του [[ὄνομα]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ετερ</i>-<i>ώνυμος</i>, <i>ομ</i>-<i>ώνυμος</i>]. | ||
}} | }} |