ξίφαι: Difference between revisions

From LSJ

ἀμβλύς εἰμι καὶ κατηρτυκὼς κακῶν → I'm jaded and with much experience of evils

Source
(27)
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ξίφαι]] (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τὰ ἐν ταῑς ῥυκάναις δρέπανα ἤ σιδήρια».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται με [[ξίφος]], ενώ έχει προταθεί και η [[διόρθωση]] της σε <i>ξιφίδια</i>].
|mltxt=[[ξίφαι]] (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τὰ ἐν ταῖς ῥυκάναις δρέπανα ἤ σιδήρια».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται με [[ξίφος]], ενώ έχει προταθεί και η [[διόρθωση]] της σε <i>ξιφίδια</i>].
}}
}}

Revision as of 08:54, 27 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξίφαι Medium diacritics: ξίφαι Low diacritics: ξίφαι Capitals: ΞΙΦΑΙ
Transliteration A: xíphai Transliteration B: xiphai Transliteration C: ksifai Beta Code: ci/fai

English (LSJ)

τὰ ἐν ταῖς ῥυκάναις δρέπανα ἢ σιδήρια, Hsch.

German (Pape)

[Seite 279] αἱ, die Eisen am Hobel, Hesych.

Greek Monolingual

ξίφαι (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «τὰ ἐν ταῖς ῥυκάναις δρέπανα ἤ σιδήρια».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με ξίφος, ενώ έχει προταθεί και η διόρθωση της σε ξιφίδια].