αντακαίος: Difference between revisions
From LSJ
εἰ ἔρρωσαι καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ἀλύπως ἀπαλλάσσεις → if you are well and in other respects are getting on without annoyance
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος") |
m (Text replacement - "αῑον" to "αῖον") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἀντακαῖος, ο (Α)<br /><b>1.</b> [[είδος]] ψαριού της Κασπίας και των ποταμών της Σκυθίας<br /><b>2.</b> <b>ως επίθ.</b> «[[τάριχος]] | |mltxt=ἀντακαῖος, ο (Α)<br /><b>1.</b> [[είδος]] ψαριού της Κασπίας και των ποταμών της Σκυθίας<br /><b>2.</b> <b>ως επίθ.</b> «[[τάριχος]] ἀντακαῖον» — το [[χαβιάρι]]. | ||
}} | }} |