ηγέτης: Difference between revisions

From LSJ

τὸ θέλημά σου τὸ ἀγαθὸν καὶ τέλειον, πάτερ → your good and perfect will, Father

Source
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. ηγέτις και ηγέτιδα (AM [[ἡγέτης]], δωρ. τ. [[ἁγέτης]] και ἀγέτης, θηλ. [[ἡγέτις]], δωρ. τ. [[ἁγέτις]])<br />[[οδηγός]], [[αρχηγός]], [[καθοδηγητής]] («πολιτικοί ηγέτες»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ηγε</i>- (του <i>ηγέ</i>-<i>ομαι</i>, -<i>ούμαι</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>της</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ευεργέ</i>-<i>της</i>, <i>καταθέ</i>-<i>της</i>)].
|mltxt=ο, θηλ. ηγέτις και ηγέτιδα (AM [[ἡγέτης]], δωρ. τ. [[ἁγέτης]] και ἀγέτης, θηλ. [[ἡγέτις]], δωρ. τ. [[ἁγέτις]])<br />[[οδηγός]], [[αρχηγός]], [[καθοδηγητής]] («πολιτικοί ηγέτες»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ηγε</i>- (του <i>ηγέ</i>-<i>ομαι</i>, -<i>ούμαι</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>της</i> ([[πρβλ]]. <i>ευεργέ</i>-<i>της</i>, <i>καταθέ</i>-<i>της</i>)].
}}
}}

Revision as of 09:20, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο, θηλ. ηγέτις και ηγέτιδα (AM ἡγέτης, δωρ. τ. ἁγέτης και ἀγέτης, θηλ. ἡγέτις, δωρ. τ. ἁγέτις)
οδηγός, αρχηγός, καθοδηγητής («πολιτικοί ηγέτες»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ηγε- (του ηγέ-ομαι, -ούμαι) + κατάλ. -της (πρβλ. ευεργέ-της, καταθέ-της)].