κόπρανα: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ κοινὸς ἀρσένων ἴτω κλαγγά → and let the shouts of males rise jointly

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=τα (ΑM [[κόπρανα]])<br />τα [[στερεά]] άχρηστα προϊόντα της πέψης που αποβάλλονται διά μέσου του πρωκτού, τα περιττώματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόπρος]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>αν</i>-<i>ον</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>έδρ</i>-<i>αν</i>-<i>ον</i>, <i>κόπ</i>-<i>αν</i>-<i>ον</i>)].
|mltxt=τα (ΑM [[κόπρανα]])<br />τα [[στερεά]] άχρηστα προϊόντα της πέψης που αποβάλλονται διά μέσου του πρωκτού, τα περιττώματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόπρος]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>αν</i>-<i>ον</i> ([[πρβλ]]. <i>έδρ</i>-<i>αν</i>-<i>ον</i>, <i>κόπ</i>-<i>αν</i>-<i>ον</i>)].
}}
}}

Revision as of 14:15, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κόπρᾰνα Medium diacritics: κόπρανα Low diacritics: κόπρανα Capitals: ΚΟΠΡΑΝΑ
Transliteration A: kóprana Transliteration B: koprana Transliteration C: koprana Beta Code: ko/prana

English (LSJ)

τά, A excrements, Hp.Epid.1.26.β, Aret.SA2.5.

Greek (Liddell-Scott)

κόπρᾰνα: τά, περιττώματα, Ἱππ. Ἐπιδημ. 1. 970, Ἀρεταί. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 2. 5.

Greek Monolingual

τα (ΑM κόπρανα)
τα στερεά άχρηστα προϊόντα της πέψης που αποβάλλονται διά μέσου του πρωκτού, τα περιττώματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόπρος (Ι) + επίθημα -αν-ον (πρβλ. έδρ-αν-ον, κόπ-αν-ον)].