ἐριφλεγής: Difference between revisions

From LSJ

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐριφλεγής]], -ές (AM)<br />αυτός που φλέγει πολύ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> επιτ. [[μόριο]] <i>ερι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>φλεγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φλέγω]]), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ζα</i>-<i>φλεγής</i>, <i>πυρι</i>-<i>φλεγής</i>)].
|mltxt=[[ἐριφλεγής]], -ές (AM)<br />αυτός που φλέγει πολύ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> επιτ. [[μόριο]] <i>ερι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>φλεγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φλέγω]]), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει ([[πρβλ]]. <i>ζα</i>-<i>φλεγής</i>, <i>πυρι</i>-<i>φλεγής</i>)].
}}
}}

Revision as of 16:00, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐριφλεγής Medium diacritics: ἐριφλεγής Low diacritics: εριφλεγής Capitals: ΕΡΙΦΛΕΓΗΣ
Transliteration A: eriphlegḗs Transliteration B: eriphlegēs Transliteration C: eriflegis Beta Code: e)riflegh/s

English (LSJ)

ές, A much-flaming, Nonn.D.26.33.

German (Pape)

[Seite 1031] ές, sehr brennend, Nonn. D. 26, 33 u. a. sp. D.

Greek (Liddell-Scott)

ἐριφλεγής: -ές, ὁ πάνυ φλέγων, Νόνν. Δ. 26. 33.

Greek Monolingual

ἐριφλεγής, -ές (AM)
αυτός που φλέγει πολύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. επιτ. μόριο ερι- + -φλεγής (< φλέγω), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (πρβλ. ζα-φλεγής, πυρι-φλεγής)].