αγνεία: Difference between revisions

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
(1)
 
m (Text replacement - "νεῑ" to "νεῖ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἁγνεία]]) [[ἀγνεύω]]<br />[[καθαρότητα]], [[αγνότητα]], [[παρθενία]]<br /><b>μσν.</b><br />[[αγαμία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυστηρή [[τήρηση]] τών θρησκευτικών καθηκόντων<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ ἁγνεῑαι</i><br />τελετές καθαρμού, εξαγνισμού.
|mltxt=η (Α [[ἁγνεία]]) [[ἀγνεύω]]<br />[[καθαρότητα]], [[αγνότητα]], [[παρθενία]]<br /><b>μσν.</b><br />[[αγαμία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυστηρή [[τήρηση]] τών θρησκευτικών καθηκόντων<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ ἁγνεῖαι</i><br />τελετές καθαρμού, εξαγνισμού.
}}
}}

Latest revision as of 08:00, 27 May 2022

Greek Monolingual

η (Α ἁγνεία) ἀγνεύω
καθαρότητα, αγνότητα, παρθενία
μσν.
αγαμία
αρχ.
1. αυστηρή τήρηση τών θρησκευτικών καθηκόντων
2. στον πληθ. αἱ ἁγνεῖαι
τελετές καθαρμού, εξαγνισμού.