ψυχαλγής: Difference between revisions

From LSJ

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ψῡχαλγής:''' причиняющий душевные страдания, терзающий душу ([[νοῦσος]] Anth.).
|elrutext='''ψῡχαλγής:''' [[причиняющий душевные страдания]], [[терзающий душу]] ([[νοῦσος]] Anth.).
}}
}}

Revision as of 12:00, 20 August 2022

Greek (Liddell-Scott)

ψῡχαλγής: -ές, ἀλγεινὸς εἰς τὴν ψυχήν, βλεφάρων ψυχαλγέα νοῦσον Ἀνθ. Π. 1. 90. - ῥῆμ. ψυχαλγέω, Θ. Στουδ. σ. 768. ἔκδ. Μi.

Greek Monolingual

-ές, ΜΑ
αυτός που προκαλεί ψυχικό άλγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + -αλγής (< ἄλγος), πρβλ. θυμ-αλγής].

Russian (Dvoretsky)

ψῡχαλγής: причиняющий душевные страдания, терзающий душу (νοῦσος Anth.).