τειχοσκοπία: Difference between revisions

From LSJ

ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)«([\p{Cyrillic}\s]+)»" to "«$1»")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''τειχοσκοπία:''' ἡ смотрение со стен (Трои) (обычное заглавие часта III песни «[[Илиады]]», ст. 121-244).
|elrutext='''τειχοσκοπία:''' ἡ [[смотрение со стен]] (Трои) (обычное заглавие часта III песни «[[Илиады]]», ст. 121-244).
}}
}}

Revision as of 10:20, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τειχοσκοπία Medium diacritics: τειχοσκοπία Low diacritics: τειχοσκοπία Capitals: ΤΕΙΧΟΣΚΟΠΙΑ
Transliteration A: teichoskopía Transliteration B: teichoskopia Transliteration C: teichoskopia Beta Code: teixoskopi/a

English (LSJ)

ἡ, A looking from the walls: name given to a scene in the third book of the Iliad, Sch.E.Ph.88.

German (Pape)

[Seite 1081] ἡ, das Schauen von der Mauer, Schol. Eur. Phoen. 88; so hieß ein Theil des dritten Gesanges der Iliade.

Greek (Liddell-Scott)

τειχοσκοπία: ἡ, τὸ σκοπεῖν ἀπὸ τῶν τειχῶν, ὄνομα τῆς γ΄ ῥαψῳδίας (Γ.) τῆς Ἰλιάδος, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 88. 3553. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 433.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ
1. η παρακολούθηση τών κινήσεων του αντιπάλου από τα τείχη
2. σκηνή της ραψωδίας Γ της Ιλιάδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεῖχος + -σκοπία (< -σκόπος < σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. οιωνο-σκοπία].

Russian (Dvoretsky)

τειχοσκοπία:смотрение со стен (Трои) (обычное заглавие часта III песни «Илиады», ст. 121-244).