μελιτερπής: Difference between revisions

From LSJ

Νύμφη δ' ἄπροικος οὐκ ἔχει παρρησίαν → Sine dote nupta ius loquendi non habet → Doch ohne Mitgift hat die Braut kein Rederecht

Menander, Monostichoi, 371
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=meliterpis
|Transliteration C=meliterpis
|Beta Code=meliterph/s
|Beta Code=meliterph/s
|Definition=ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[honey-sweet]], μολπή <span class="bibl">Simon.184.9</span>.</span>
|Definition=ές, [[honey-sweet]], μολπή <span class="bibl">Simon.184.9</span>.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 04:00, 24 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελῐτερπής Medium diacritics: μελιτερπής Low diacritics: μελιτερπής Capitals: ΜΕΛΙΤΕΡΠΗΣ
Transliteration A: meliterpḗs Transliteration B: meliterpēs Transliteration C: meliterpis Beta Code: meliterph/s

English (LSJ)

ές, honey-sweet, μολπή Simon.184.9.

German (Pape)

[Seite 124] ές, honigsüß ergötzend, μολπή, Simonds. 49 (VII, 25).

Greek (Liddell-Scott)

μελῐτερπής: -ές, γλυκὺς ὡς τὸ μέλι, μολπὴ Σιμων. 116. 9.

Greek Monolingual

μελιτερπής, -ές (Α)
αυτός που τέρπει ή ευχαριστεί όπως το μέλι ή αυτός που είναι γλυκός σαν το μέλι («μολπῆς μελιτερπέος», Σιμων.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι + -τερπής (< τέρπω), θεο-τερπής, θυμο-τερπής].

Russian (Dvoretsky)

μελῐτερπής: отрадный как мед, усладительный (μολπή Anth.).