συμβασιλεύς: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562
(39)
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''συμβᾰσῐλεύς''': ὁ, ὁ [[ὁμοῦ]] βασιλεύων, Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 10, 8, σ. 395, κλπ., ἴδε Λοβ. εἰς Φρύνιχ. 172.
|lstext='''συμβᾰσῐλεύς''': ὁ, ὁ [[ὁμοῦ]] βασιλεύων, Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 10, 8, σ. 395, κλπ., ἴδε Λοβ. εἰς Φρύνιχ. 172.
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜ<br />αυτός που βασιλεύει [[μαζί]] με κάποιον [[άλλο]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜ<br />αυτός που βασιλεύει [[μαζί]] με κάποιον [[άλλο]].
|mltxt=ο, ΝΜ<br />αυτός που βασιλεύει [[μαζί]] με κάποιον [[άλλο]].
}}
}}

Latest revision as of 19:35, 27 September 2022

German (Pape)

[Seite 978] ὁ, Mitkönig, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συμβᾰσῐλεύς: ὁ, ὁ ὁμοῦ βασιλεύων, Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 10, 8, σ. 395, κλπ., ἴδε Λοβ. εἰς Φρύνιχ. 172.

Greek Monolingual

ο, ΝΜ
αυτός που βασιλεύει μαζί με κάποιον άλλο.