σύμπραξη: Difference between revisions
From LSJ
Λόγῳ με πεῖσον, φαρμάκῳ σοφωτάτῳ → Oratione leni, medicina optima → Mit Worten überzeuge mich, der klügsten Medizin
(39) |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[σύμπραξις]], -άξεως, ΝΜΑ [[συμπράττω]]<br />[[συμμετοχή]] σε κοινό [[έργο]], [[συνεργασία]]. | |mltxt=η / [[σύμπραξις]], -άξεως, ΝΜΑ [[συμπράττω]]<br />[[συμμετοχή]] σε κοινό [[έργο]], [[συνεργασία]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 20:15, 27 September 2022
Greek Monolingual
η / σύμπραξις, -άξεως, ΝΜΑ συμπράττω
συμμετοχή σε κοινό έργο, συνεργασία.