τίλαι: Difference between revisions
From LSJ
Oἷς ὁ βιος ἀεὶ φόβων καὶ ὑποψίας ἐστὶ πλήρης, τούτοις οὔτε πλοῦτος οὔτε δόξα τέρψιν παρέχει. → To those for whom life is always full of fears and suspicion, neither wealth nor fame offers pleasure.
(4b) |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1113.png Seite 1113]] αἱ, das Zerrupfte, Flocken, flockenartig in der Luft herumfliegende Kärperchen, wie Sonnenstäubchen, Plut. Symp. 8, 3. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1113.png Seite 1113]] αἱ, das Zerrupfte, Flocken, flockenartig in der Luft herumfliegende Kärperchen, wie Sonnenstäubchen, Plut. Symp. 8, 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῶν ([[αἱ]]) :<br />petits flocons de laine, duvet, peluche.<br />'''Étymologie:''' [[τίλλω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τίλαι''': -αἱ, μικρὰ ψήγματα καὶ θραύματα, «ὑπὸ τοῦ ἡλίου λέγοντα (δηλ. τὸν Ἀναξαγόραν) κινεῖσθαι τὸν ἀέρα κίνησιν τρομώδη καὶ παλμοὺς ἔχουσαν, ὡς δῆλόν ἐστιν διὰ τοῦ φωτὸς ἀεὶ διᾴττουσι ψήγμασι μικροῖς καὶ θραύμασιν, ἃ δή τινες τίλας καλοῦσι» Πλούτ. 2. 722A· πρβλ. τίλος. | |lstext='''τίλαι''': -αἱ, μικρὰ ψήγματα καὶ θραύματα, «ὑπὸ τοῦ ἡλίου λέγοντα (δηλ. τὸν Ἀναξαγόραν) κινεῖσθαι τὸν ἀέρα κίνησιν τρομώδη καὶ παλμοὺς ἔχουσαν, ὡς δῆλόν ἐστιν διὰ τοῦ φωτὸς ἀεὶ διᾴττουσι ψήγμασι μικροῖς καὶ θραύμασιν, ἃ δή τινες τίλας καλοῦσι» Πλούτ. 2. 722A· πρβλ. τίλος. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''τίλαι:''' ῶν αἱ пушинки, пылинки, соринки Plut. | |elrutext='''τίλαι:''' ῶν αἱ пушинки, пылинки, соринки Plut. | ||
}} | }} |
Revision as of 09:45, 2 October 2022
German (Pape)
[Seite 1113] αἱ, das Zerrupfte, Flocken, flockenartig in der Luft herumfliegende Kärperchen, wie Sonnenstäubchen, Plut. Symp. 8, 3.
French (Bailly abrégé)
ῶν (αἱ) :
petits flocons de laine, duvet, peluche.
Étymologie: τίλλω.
Greek (Liddell-Scott)
τίλαι: -αἱ, μικρὰ ψήγματα καὶ θραύματα, «ὑπὸ τοῦ ἡλίου λέγοντα (δηλ. τὸν Ἀναξαγόραν) κινεῖσθαι τὸν ἀέρα κίνησιν τρομώδη καὶ παλμοὺς ἔχουσαν, ὡς δῆλόν ἐστιν διὰ τοῦ φωτὸς ἀεὶ διᾴττουσι ψήγμασι μικροῖς καὶ θραύμασιν, ἃ δή τινες τίλας καλοῦσι» Πλούτ. 2. 722A· πρβλ. τίλος.
Russian (Dvoretsky)
τίλαι: ῶν αἱ пушинки, пылинки, соринки Plut.