ἐκχρώννυμι: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς αἰσχρὸν ἀνθρώποισίν ἐστ' ἀπληστία → Quam turpe hominibus est intemperantia → Wie schändlich ist doch für die Menschen Völlerei
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=e)kxrw/nnumi | |Beta Code=e)kxrw/nnumi | ||
|Definition=[[impart a colour]], ἥλιος σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν <span class="bibl">Theodect.17.2</span>. | |Definition=[[impart a colour]], ἥλιος σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν <span class="bibl">Theodect.17.2</span>. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=[[colorear]] ἥλιος ... σκοτεινὸν [[ἄνθος]] ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν Theodect.17.2. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκχρώννῡμι''': ἐπιτεταμ. ἐντὶ τοῦ χρώνυμι: μέλλ. -χρώσω, [[χρώζω]], [[χρωματίζω]] βαθέως: σκοτεινὸν [[ἄνθος]] ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ’ ἀνδρῶν, ἐχρωμάτισε βαθέως τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν μὲ [[χρῶμα]] αἰθάλης, Θεοδέκτης παρὰ Στράβ. 695. | |lstext='''ἐκχρώννῡμι''': ἐπιτεταμ. ἐντὶ τοῦ χρώνυμι: μέλλ. -χρώσω, [[χρώζω]], [[χρωματίζω]] βαθέως: σκοτεινὸν [[ἄνθος]] ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ’ ἀνδρῶν, ἐχρωμάτισε βαθέως τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν μὲ [[χρῶμα]] αἰθάλης, Θεοδέκτης παρὰ Στράβ. 695. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:15, 6 October 2022
English (LSJ)
impart a colour, ἥλιος σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν Theodect.17.2.
Spanish (DGE)
colorear ἥλιος ... σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν Theodect.17.2.
German (Pape)
[Seite 787] (s. χρώννυμι), entfärben, Strab. XV p. 695, l. d.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκχρώννῡμι: ἐπιτεταμ. ἐντὶ τοῦ χρώνυμι: μέλλ. -χρώσω, χρώζω, χρωματίζω βαθέως: σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ’ ἀνδρῶν, ἐχρωμάτισε βαθέως τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν μὲ χρῶμα αἰθάλης, Θεοδέκτης παρὰ Στράβ. 695.