οξυωπίας: Difference between revisions

From LSJ

ταυτὶ γὰρ συκοφαντεῖσθαι τὸν Ἕκτορα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου → that is a false charge brought against Hector by Homer

Source
(29)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀξυωπίας]], -ου, ὁ (Α)<br />αυτός που έχει δυνατή όραση.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀξυωπός]] / [[ὀξυωπής]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίας</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μυωπ</i>-<i>ίας</i>)].
|mltxt=[[ὀξυωπίας]], -ου, ὁ (Α)<br />αυτός που έχει δυνατή όραση.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀξυωπός]] / [[ὀξυωπής]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίας</i> ([[πρβλ]]. [[μυωπίας]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:50, 8 May 2023

Greek Monolingual

ὀξυωπίας, -ου, ὁ (Α)
αυτός που έχει δυνατή όραση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀξυωπός / ὀξυωπής + κατάλ. -ίας (πρβλ. μυωπίας)].