σφάξιμο: Difference between revisions

From LSJ

ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful

Source
(40)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, Ν<br /><b>1.</b> [[σφαγή]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «θέλει [[σφάξιμο]]»<br /><b>μτφ.</b> του χρειάζεται αυστηρή [[τιμωρία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αόρ. <i>έσφαξα</i> του [[σφάζω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιμο</i> (<b>πρβλ.</b> <i>γράψ</i>-<i>ιμο</i>)].
|mltxt=το, Ν<br /><b>1.</b> [[σφαγή]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «θέλει [[σφάξιμο]]»<br /><b>μτφ.</b> του χρειάζεται αυστηρή [[τιμωρία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αόρ. <i>έσφαξα</i> του [[σφάζω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιμο</i> ([[πρβλ]]. [[γράψιμο]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:25, 11 May 2023

Greek Monolingual

το, Ν
1. σφαγή
2. φρ. «θέλει σφάξιμο»
μτφ. του χρειάζεται αυστηρή τιμωρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αόρ. έσφαξα του σφάζω + κατάλ. -ιμο (πρβλ. γράψιμο)].