σφαιροθήκη: Difference between revisions
From LSJ
ἐν τυφλῶν πόλεϊ γλαμυρός βασιλεύει → in the land of the blind, the one-eyed man is king
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sfairothiki | |Transliteration C=sfairothiki | ||
|Beta Code=sfairoqh/kh | |Beta Code=sfairoqh/kh | ||
|Definition=ἡ, [[sphere-holder]], | |Definition=ἡ, [[sphere-holder]], Gem.5.63. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(μυκητ.)</b> [[γένος]] ασκομυκήτων που ανήκει στην [[τάξη]] ερυσιφώδη της κλάσης [[πυρηνομύκητες]], τα είδη του οποίου [[είναι]] υποχρεωτικά παράσιτα [[φυτών]] προκαλώντας ασθένειες που [[είναι]] γνωστές ως ωίδια<br /><b>2.</b> <b>(μηχανολ.)</b> κατασκευαστικό [[στοιχείο]] τών κυλισιοτριβέων το οποίο συγκρατεί τα στοιχεία κύλισης σε σταθερή [[απόσταση]] [[μεταξύ]] τους<br /><b>αρχ.</b><br />η [[θήκη]] της σφαίρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφαῖρα]] <span style="color: red;">+</span> [[θήκη]]. Η λ. με τη νεοελλ. της σημ. [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>sphaerotheca</i>]. | |mltxt=η, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(μυκητ.)</b> [[γένος]] ασκομυκήτων που ανήκει στην [[τάξη]] ερυσιφώδη της κλάσης [[πυρηνομύκητες]], τα είδη του οποίου [[είναι]] υποχρεωτικά παράσιτα [[φυτών]] προκαλώντας ασθένειες που [[είναι]] γνωστές ως ωίδια<br /><b>2.</b> <b>(μηχανολ.)</b> κατασκευαστικό [[στοιχείο]] τών κυλισιοτριβέων το οποίο συγκρατεί τα στοιχεία κύλισης σε σταθερή [[απόσταση]] [[μεταξύ]] τους<br /><b>αρχ.</b><br />η [[θήκη]] της σφαίρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφαῖρα]] <span style="color: red;">+</span> [[θήκη]]. Η λ. με τη νεοελλ. της σημ. [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>sphaerotheca</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:36, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, sphere-holder, Gem.5.63.
Greek Monolingual
η, ΝΑ
νεοελλ.
1. (μυκητ.) γένος ασκομυκήτων που ανήκει στην τάξη ερυσιφώδη της κλάσης πυρηνομύκητες, τα είδη του οποίου είναι υποχρεωτικά παράσιτα φυτών προκαλώντας ασθένειες που είναι γνωστές ως ωίδια
2. (μηχανολ.) κατασκευαστικό στοιχείο τών κυλισιοτριβέων το οποίο συγκρατεί τα στοιχεία κύλισης σε σταθερή απόσταση μεταξύ τους
αρχ.
η θήκη της σφαίρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + θήκη. Η λ. με τη νεοελλ. της σημ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. sphaerotheca].