произведение искусства: Difference between revisions
From LSJ
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[δαίδαλμα]], [[δαιδαλούργημα]], [[δημιούργημα]], [[ἐργασία]], [[καλλιούργημα]], [[κατασκεύασμα]], [[τέχνα]], [[τέχνη]], [[τέχνημα]], [[τεχνίτευμα]], [[τεχνούργημα]], [[φιλοτέχνημα]], [[χειροτέχνημα]] | |rueltext=[[δαίδαλμα]], [[δαίδαλον]], [[δαιδαλούργημα]], [[δημιούργημα]], [[ἐργασία]], [[καλλιούργημα]], [[κατασκεύασμα]], [[τέχνα]], [[τέχνη]], [[τέχνημα]], [[τεχνίτευμα]], [[τεχνούργημα]], [[φιλοτέχνημα]], [[χειροτέχνημα]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:15, 14 February 2024
Russian > Greek
δαίδαλμα, δαίδαλον, δαιδαλούργημα, δημιούργημα, ἐργασία, καλλιούργημα, κατασκεύασμα, τέχνα, τέχνη, τέχνημα, τεχνίτευμα, τεχνούργημα, φιλοτέχνημα, χειροτέχνημα