ὠλένιος: Difference between revisions

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=<i>in den [[Ellenbogen]], [[Armen]]</i>, Arat. 164.
|ptext=<i>[[in den Ellenbogen]], [[in den Armen]]</i>, Arat. 164.
}}
}}

Revision as of 13:34, 23 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὠλένιος Medium diacritics: ὠλένιος Low diacritics: ωλένιος Capitals: ΩΛΕΝΙΟΣ
Transliteration A: ōlénios Transliteration B: ōlenios Transliteration C: olenios Beta Code: w)le/nios

English (LSJ)

α, ον,
A in the elbow or in the arm, αἲξ ὠλένιος the star Capella in the elbow of Auriga, Arat.164, v. Sch.; misinterpreted as Ὠλένιος (cf. Ὤλενος), Str.8.7.5.
II v. Ὤλενος.

Greek (Liddell-Scott)

ὠλένιος: -α, -ον, ὁ κατὰ τὴν ὠλένην ἢ κατὰ τὸν βραχίονα εὑρισκόμενος, αἴξ ὠλ., ὁ ἀστὴρ τῆς αἰγὸς Capella ὁ ἐν τῷ ἀστερισμῷ τοῦ Ἠνιόχου Auraga, Ἄρατ. 164, ἴδε Σχόλ.

Greek Monolingual

-α, -ο / ὠλένιος, -ία, -ον, ΝΑ ὠλένη
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ωλένη
2. αυτός που βρίσκεται στην ωλένη («ωλένιο νεύρο»)
αρχ.
φρ. «αἲξ ὠλενία» — ο αστέρας της Αιγός που βρίσκεται στον αστερισμό του Ηνιόχου (Άρατ.).

German (Pape)

in den Ellenbogen, in den Armen, Arat. 164.