ὀλιγόλογος: Difference between revisions

From LSJ

εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin

Source
(a)
 
(6_18)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0320.png Seite 320]] wenig sprechend, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0320.png Seite 320]] wenig sprechend, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''ὀλῐγόλογος''': -ον, ὁ ὀλίγα λαλῶν, Ἰω. Μαυρωπ. ἐν Συλλογῇ Ἀπόσπ. Ἀνεκδ. Ἑλλ. Μουστοξ. 2, σ. 5, κλ. - Ἀλλ’ ὁ ὀρθὸς τονισμὸς [[εἶναι]] ὀλιγολόγος, πρβλ. [[βραχυλόγος]], [[μακρολόγος]], [[μικρολόγος]], κτλ.
}}
}}

Revision as of 10:28, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 320] wenig sprechend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὀλῐγόλογος: -ον, ὁ ὀλίγα λαλῶν, Ἰω. Μαυρωπ. ἐν Συλλογῇ Ἀπόσπ. Ἀνεκδ. Ἑλλ. Μουστοξ. 2, σ. 5, κλ. - Ἀλλ’ ὁ ὀρθὸς τονισμὸς εἶναι ὀλιγολόγος, πρβλ. βραχυλόγος, μακρολόγος, μικρολόγος, κτλ.