ἐπινοητικός: Difference between revisions
From LSJ
Ξυνετὸς πεφυκὼς φεῦγε τὴν κακουργίαν → Valens sagaci mente, quod pravum est, fuge → Wenn du verständig bist, dann flieh die Schlechtigkeit
(c2) |
(6_11) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0966.png Seite 966]] ή, όν, erfinderisch, τοῦ διασώζειν αὑτόν Ath. VII, 310 f; Longin. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0966.png Seite 966]] ή, όν, erfinderisch, τοῦ διασώζειν αὑτόν Ath. VII, 310 f; Longin. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐπινοητικός''': -ή, -όν, ὁ ἔχων τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπινοῇ, ἐπὶ ῥήτορος, Λογγῖν. 4· ἐπὶ ἰχθύων, λέγεται δὲ ὅτι καὶ συνέσει τῶν ἄλλων ἰχθύων διαφέρει (ὁ [[λάβραξ]]) ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ διασῴζειν ἑαυτὸν Ἀθήν. 310F. - Ἐπίρρ. ἐπινοητικῶς, Ὠριγέν. ΙΙ. 100D. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:49, 5 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A inventive, of a writer, Longin.4.1; ἐ. τοῦ διασῴζειν ἑαυτόν Ath.7.310f. 2. due to reflection, φάσμα Epicur. Nat.362.
German (Pape)
[Seite 966] ή, όν, erfinderisch, τοῦ διασώζειν αὑτόν Ath. VII, 310 f; Longin.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπινοητικός: -ή, -όν, ὁ ἔχων τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπινοῇ, ἐπὶ ῥήτορος, Λογγῖν. 4· ἐπὶ ἰχθύων, λέγεται δὲ ὅτι καὶ συνέσει τῶν ἄλλων ἰχθύων διαφέρει (ὁ λάβραξ) ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ διασῴζειν ἑαυτὸν Ἀθήν. 310F. - Ἐπίρρ. ἐπινοητικῶς, Ὠριγέν. ΙΙ. 100D.