μεταχείριος: Difference between revisions

From LSJ

Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν → Sepelire satius feminam quam ducere → Ein Weib bestatten, besser ist's als heiraten

Menander, Monostichoi, 95
(c1)
(6_17)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0157.png Seite 157]] zwischen, unter den Händen befindlich, Nonn. par. 13, 40.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0157.png Seite 157]] zwischen, unter den Händen befindlich, Nonn. par. 13, 40.
}}
{{ls
|lstext='''μεταχείριος''': -ον, ὁ εἰς χεῖρας, μ. [[ἔκδοτος]] Νόνν. μετάφρ. Εὐαγγ. κ. Ἰω. ιθ΄, στίχ. 36· ἐπὶ δούλων, [[ὑποχείριος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 3344. ΙΙ. ὁ ἄνω ἢ [[ὑπεράνω]] τῶν χειρῶν, χέων μ. [[ὕδωρ]] Νόνν. μετάφρ. Εὐαγγ. κ. Ἰω. ιγ΄, στίχ. 8.
}}
}}

Revision as of 10:53, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταχείριος Medium diacritics: μεταχείριος Low diacritics: μεταχείριος Capitals: ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΟΣ
Transliteration A: metacheírios Transliteration B: metacheirios Transliteration C: metacheirios Beta Code: metaxei/rios

English (LSJ)

ον, pl. -ιοι,

   A in the hand, Lat. in manu, i. e. slaves, CIG3344 (Smyrna) = Epigr.Gr.313, where Kaibel emends to μετὰ χείρεσι.

German (Pape)

[Seite 157] zwischen, unter den Händen befindlich, Nonn. par. 13, 40.

Greek (Liddell-Scott)

μεταχείριος: -ον, ὁ εἰς χεῖρας, μ. ἔκδοτος Νόνν. μετάφρ. Εὐαγγ. κ. Ἰω. ιθ΄, στίχ. 36· ἐπὶ δούλων, ὑποχείριος, Συλλ. Ἐπιγρ. 3344. ΙΙ. ὁ ἄνω ἢ ὑπεράνω τῶν χειρῶν, χέων μ. ὕδωρ Νόνν. μετάφρ. Εὐαγγ. κ. Ἰω. ιγ΄, στίχ. 8.