ἐκχρώννυμι: Difference between revisions
From LSJ
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
(c1) |
(6_7) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0787.png Seite 787]] (s. [[χρώννυμι]]), entfärben, Strab. XV p. 695, l. d. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0787.png Seite 787]] (s. [[χρώννυμι]]), entfärben, Strab. XV p. 695, l. d. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐκχρώννῡμι''': ἐπιτεταμ. ἐντὶ τοῦ χρώνυμι: μέλλ. -χρώσω, [[χρώζω]], [[χρωματίζω]] βαθέως: σκοτεινὸν [[ἄνθος]] ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ’ ἀνδρῶν, ἐχρωμάτισε βαθέως τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν μὲ [[χρῶμα]] αἰθάλης, Θεοδέκτης παρὰ Στράβ. 695. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:25, 5 August 2017
English (LSJ)
A impart a colour, ἥλιος σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν Theodect.17.2.
German (Pape)
[Seite 787] (s. χρώννυμι), entfärben, Strab. XV p. 695, l. d.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκχρώννῡμι: ἐπιτεταμ. ἐντὶ τοῦ χρώνυμι: μέλλ. -χρώσω, χρώζω, χρωματίζω βαθέως: σκοτεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ’ ἀνδρῶν, ἐχρωμάτισε βαθέως τὰ σώματα τῶν ἀνδρῶν μὲ χρῶμα αἰθάλης, Θεοδέκτης παρὰ Στράβ. 695.