παράκρουσις: Difference between revisions
ἐπ' αὐτὸν ἐπενθρῴσκει πυρὶ καὶ στεροπαῖς ὁ Διὸς γενέτας, δειναὶ δ' ἅμ᾽ ἕπονται κῆρες ἀναπλάκητοι → the son of Zeus is springing upon him with fiery lightning, and with him come the dread unerring Fates
(13_6a) |
(6_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0485.png Seite 485]] ἡ, das Danebenschlagen, bes. das falsche Schlagen oder Streichen eines Instruments, vgl. Plut. de unius in rep. domin. 3, τὰς ἄλλας ὥςπερ ἐν τοῖς μο υσικοῖς διαγράμμασι τῶν πρώτων τρόπων ἀνιεμένων ἢ ἐπιτεινομένων συμβέβηκε παρακρούσεις καὶ διαφθορὰς εἶναι. – Dah. übh. das Verfehlen, der Irrthum, Arist. pol. 2, 3 u. a. Sp. Auch Betrug, dem [[φενακισμός]] entsprechend, Dem. 24, 194. – Uebtr. wie [[παρακοπή]], Wahnsinn, Hippocr. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0485.png Seite 485]] ἡ, das Danebenschlagen, bes. das falsche Schlagen oder Streichen eines Instruments, vgl. Plut. de unius in rep. domin. 3, τὰς ἄλλας ὥςπερ ἐν τοῖς μο υσικοῖς διαγράμμασι τῶν πρώτων τρόπων ἀνιεμένων ἢ ἐπιτεινομένων συμβέβηκε παρακρούσεις καὶ διαφθορὰς εἶναι. – Dah. übh. das Verfehlen, der Irrthum, Arist. pol. 2, 3 u. a. Sp. Auch Betrug, dem [[φενακισμός]] entsprechend, Dem. 24, 194. – Uebtr. wie [[παρακοπή]], Wahnsinn, Hippocr. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παράκρουσις''': ἡ, ἡ ἐσφαλμένη [[κροῦσις]], ἐσφαλμένος μουσικὸς [[τόνος]], παραφωνία, Πλουτ. 2. 826Ε˙ πρβλ. παράχρωσις. 2) μεταφορ., [[ἀπάτη]], [[ἐξαπάτησις]], Δημ. 679. 3., 760 ἐν τέλ.˙ - [[παραλογισμός]], Ἀριστ. Πλιτικ. 2. 5, 13, πρβλ. Σοφιστ. Ἔλεγχ. 17, 2. 3) [[παραφροσύνη]], Ἱππ. Προρρ. 68˙ οὕτω, παρακρουσμὸς τῆς διανοίας Μοσχίων περὶ τῶν Γυναικ. Παθῶν 65,4, ἔκδ. Dewez 4) «[[ἐξαπάτη]], ἐμπαιγμός», Σουΐδ. ΙΙ. ἡ [[ἀναχαίτισις]], τοῦ θερμοῦ Ἀριστ. Προβλ. 3. 12. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:30, 5 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A striking falsely, false note, discord, Plu.2.826e (pl.). 2 metaph., cheating, deception, D.23.175; φενακισμὸς καὶ π. Id.24.194. b fallacy, Arist.Pol. 1263b30, cf. SE175b1 (pl.). 3 delirium, Hp.Prorrh.1.19 (pl.); insanity, Id.Ep.11. II checking, τοῦ θερμοῦ Arist.Pr.872b29 (nisi leg. κατά-).
German (Pape)
[Seite 485] ἡ, das Danebenschlagen, bes. das falsche Schlagen oder Streichen eines Instruments, vgl. Plut. de unius in rep. domin. 3, τὰς ἄλλας ὥςπερ ἐν τοῖς μο υσικοῖς διαγράμμασι τῶν πρώτων τρόπων ἀνιεμένων ἢ ἐπιτεινομένων συμβέβηκε παρακρούσεις καὶ διαφθορὰς εἶναι. – Dah. übh. das Verfehlen, der Irrthum, Arist. pol. 2, 3 u. a. Sp. Auch Betrug, dem φενακισμός entsprechend, Dem. 24, 194. – Uebtr. wie παρακοπή, Wahnsinn, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
παράκρουσις: ἡ, ἡ ἐσφαλμένη κροῦσις, ἐσφαλμένος μουσικὸς τόνος, παραφωνία, Πλουτ. 2. 826Ε˙ πρβλ. παράχρωσις. 2) μεταφορ., ἀπάτη, ἐξαπάτησις, Δημ. 679. 3., 760 ἐν τέλ.˙ - παραλογισμός, Ἀριστ. Πλιτικ. 2. 5, 13, πρβλ. Σοφιστ. Ἔλεγχ. 17, 2. 3) παραφροσύνη, Ἱππ. Προρρ. 68˙ οὕτω, παρακρουσμὸς τῆς διανοίας Μοσχίων περὶ τῶν Γυναικ. Παθῶν 65,4, ἔκδ. Dewez 4) «ἐξαπάτη, ἐμπαιγμός», Σουΐδ. ΙΙ. ἡ ἀναχαίτισις, τοῦ θερμοῦ Ἀριστ. Προβλ. 3. 12.